Friday, 19 June 2015

Korean Karaoke Bar

"Χ., πρέπει να βγάλουμε την ομάδα έξω ένα βράδυ τώρα πριν αρχίσει το Ραμαζάνι." 
"Ώχου πια με αυτά τα team building σου ρε συ, δεν βαρέθηκες ακόμα; Τι λες, να τους πάμε για κάνα φαγητό και κοκτέηλ στο Pier 7;"
"Σκεφτόμουν βραδιά karaoke."
"Πάνω από το πτώμα μου, αν πιστεύεις ότι θα με κάνεις να τραγουδήσω γελιέσαι!"
"Θα τραγουδήσεις και θα πεις κι ένα τραγούδι! Κόψε τη γκρίνια, θα είναι διασκεδαστικό."

"Είχα διασκεδάσει μια φορά κάποτε, δε μου άρεσε."

Δυστυχώς η πλειοψηφία του γραφείου βρίσκει την ιδέα του karaoke εξαιρετική οπότε αναγκάζομαι να συμβιβαστώ και κάπως έτσι, έχοντας πρώτα κατεβάσει μερικά τζιν τόνικ αμέσως μετά τη δουλειά, κατευθυνόμαστε όλοι μαζί προς το Kung Korean Restaurant & Karaoke, σε κάποιο ξενοδοχείο στην καρδιά του νέου Ντουμπάϊ. 


Το λόμπι του Byblos Hotel είναι τίγκα στην κελεμπία αλλά μόλις ανεβαίνουμε στον ημιόροφο όπου είναι χωμένο το Kung, ξαφνικά βρισκόμαστε στη Σεούλ - το προσωπικό και οι πελάτες είναι όλοι Κορεάτες κι εγώ αρχίζω να νιώθω σαν να είμαι παγιδευμένος μέσα στο χειρότερο ανέκδοτο όλων των εποχών ("δύο Άγγλοι, δύο Αυστραλοί, ένας Ισπανός, ένας Ινδός, ένας Έλληνας, μία Νοτιοαφρικάνα, μια Ρωσίδα και μια Παλαιστίνια μπαίνουν σε ένα Κορεάτικο μπαρ..."), ανακουφίζομαι όμως όταν παρατηρώ πως το μαγαζί είναι στημένο με τη λογική των "private rooms": Κλείνεις δωμάτιο αποκλειστικά για την παρέα σου, άρα δεν θα γίνω ρόμπα μπροστά σε καμιά εκατοστή αγνώστους. Το κάθε δωμάτιο έχει ένα τραπέζι στη μέση και πάνω δύο songbooks κι ένα μικρόφωνο, καναπέδες γύρω-γύρω, στη μία άκρη μια μεγάλη οθόνη για τους στίχους και το μηχάνημα karaoke, στην άλλη άκρη τα ηχεία.

Η ανακούφισή μου μετατρέπεται σε ανησυχία σχετικά με το τι ακριβώς έχει λάβει χώρα στο σημείο που κάθομαι όταν παρατηρώ δύο παράξενες, λεπτές, βαθιές τρύπες στη μαξιλάρα του καναπέ και συνειδητοποιώ ότι μάλλον έχουν προκληθεί από τακούνια-στιλέτο (στην Ασία, τα karaoke bars με private rooms συχνά δεν είναι παρά βιτρίνα για "gentlemen's clubs" όπου προσφέρονται και άλλου είδους υπηρεσίες), αφήνω όμως την ενοχλητική σκέψη στην άκρη όταν φτάνει στα χέρια μου το songbook για να διαλέξω τραγούδι. Είναι χιλιάδες! Πολλά είναι προφανώς Κορεατικά, οι τίτλοι των τραγουδιών είναι γραμμένοι με ιδεογράμματα, έχει όμως και πάρα πολλά "Δυτικά". Στο μεταξύ η πρώτη συνάδελφος έχει ήδη ξεκινήσει να τραγουδάει (άθλια) το "One Way Or Another", διαβάζοντας τους στίχους στην οθόνη και ερμηνεύοντας τους όλους με περίπου ένα δευτερόλεπτο καθυστέρηση και ενάμισι ημιτόνιο off. Ο Ισπανός ψάχνει να βρει Julio Iglesias.

"Δε γαμιέται", σκέφτομαι, "αφού αργά ή γρήγορα θα έρθει η σειρά μου, ας τραγουδήσω τώρα να ξεμπερδεύω" κι επειδή once a DJ always a DJ, επιλέγω το "My Sharona" που δένει καλά με το προηγούμενο των Blondie. Σηκώνομαι, πατάω τον κωδικό του τραγουδιού στο μηχάνημα, παίρνω το μικρόφωνο, και μεταμορφώνομαι.

Σοβαρά. Μεταμορφώνεσαι. O φόβος μη γίνεις ρεζίλι εξαφανίζεται, όλες οι εφηβικές rock star φαντασιώσεις σου επιστρέφουν και σου ρίχνουν μια γερή κλωτσιά στα οπίσθια. "Δώστα όλα!" σου λένε, "show 'em what you've got!". Και τα δίνω όλα. Είμαι στη σκηνή, είμαι ο frontman, και η δουλειά μου είναι να ξεσηκώσω το κοινό.

Never gonna stop, give it up, such a dirty mind
I always get it up, for the touch of the younger kind
My, my, my, aye-aye, whoa!

(COME ON!)
M-m-m-m-m-m-m-my, my, my, aye-aye, whoa!

(LET ME HEAR YOU!)
M-m-m-my Sharona!


Χάχανα, χειροκροτήματα, ποτά: Όσο περισσότερα ποτά, τόσο οι ερμηνείες γίνονται χειρότερες (ή καλύτερες, όπως το δει κανείς). Συνειδητοποιώ ότι αφού έχουμε κλείσει το δωμάτιο για δύο ώρες δεν ξεμπερδεύω με ένα τραγούδι και η σειρά μου θα έρθει ξανά. Οι υπόλοιποι επιλέγουν Sinatra (ευτυχώς όχι το "My Way", είναι επικίνδυνα πράγματα αυτά), Simon & Garfunkel, Stones, "La Bamba", στανταράκια, εγώ όμως έχω αποφασίσει να το πάω all the way: Στον επόμενο γύρο επιλέγω "Bohemian Rhapsody". Στο οπερατικό σημείο δύο συνάδελφοι σηκώνονται για χορωδιακό support και, φυσικά, για ομαδικό headbanging στο σόλο (όλοι έχουν δει το Wayne's World). Υπάρχει βίντεο. Όχι, δεν θα το δείτε.

Φαίνεται ότι ο συνδυασμός karaoke και αλκοόλ ευνοεί την καλλιέργεια κλίματος συντροφικότητας. Κοιτάω γύρω και βλέπω ότι οι εντάσεις και οι κόντρες του γραφείου έχουν μπει στην άκρη, όλοι γελάνε, καλαμπουρίζουν, ξεδίνουν σφαγιάζοντας αγαπημένα τραγούδια. Το να τραγουδήσεις δημόσια, έστω και μπροστά σε δέκα γνωστούς, απαιτεί να δείξεις αδυναμία και να εκτεθείς. Η  μουσική λειτουργεί απελευθερωτικά και βοηθά να το κάνεις χωρίς να δίνεις και πολύ μεγάλη βαρύτητα σε αυτό. Μεγάλη υπόθεση όταν δεν είσαι πια ξένοιαστος πιτσιρικάς.

Το karaoke songbook περιέχει κάποιες απρόσμενες επιλογές. Ανάμεσα στη Madonna και τους One Direction βρίσκω ας πούμε ένα τραγούδι των White Lion, και το πέμπτο τζιν τόνικ μου βγαίνει από τη μύτη όταν εντοπίζω στο songbook το "Masque Of The Red Death" των Crimson Glory. Δεν είναι όμως αυτό για απόψε, οπότε για το encore μου επιλέγω "Livin' On A Prayer". Μεγάλη επιτυχία, γκραν σουξέ, στο ρεφρέν πιστεύω με άκουσαν μέχρι το λόμπι.

Ο Κορεάτης έρχεται να μαζέψει τα άδεια ποτήρια και μας ενημερώνει ότι το δίωρο πέρασε, θέλουμε να κάτσουμε κι άλλο; Ευχαριστούμε, άλλη φορά. Στο ισόγειο του ξενοδοχείου έχει μια παμπ, πάμε να πιούμε μια τελευταία ήσυχη μπύρα. Παιδιά, άκουσα ότι στην άλλη πλευρά της πόλης έχει ένα Ρωσικό karaoke bar, πότε θα πάμε;


Wednesday, 10 June 2015

The Dakota Tavern

Βρίσκεσαι σε μια ξένη πόλη, στην άλλη άκρη του κόσμου, για μόλις 24 ώρες, νεκρό βράδυ Κυριακής. Τι κάνεις; Ρωτάς πού γίνεται το καλύτερο πάρτι.

Το Dakota Tavern, χωμένο σε ένα υπόγειο σε μια απόμερη γειτονιά του Τορόντο μακριά από τα χιπ στέκια του Entertainment District και τις LGBT εξαλλοσύνες στο Church & Wellesley, είναι διακοσμημένο σαν σαλούν του Φαρ Ουέστ. Τα ποτά είναι φτηνά, σύμφωνα με τις αφίσες στους τοίχους τοπικές blues, country και rock μπάντες εμφανίζονται live σχεδόν κάθε βράδυ, η σκηνή είναι ένα με την πίστα. Παρόλο που το τοπικό free press έγραφε "ώρα έναρξης 9.00", όταν μπαίνεις μέσα κατά τις 9.00 σαστίζεις: Το μαγαζί είναι έρημο, ούτε ένας πελάτης, οι μόνοι άνθρωποι εκεί μέσα είναι 2-3 μέλη της μπάντας πάνω στη σκηνή να στήνουν (ενδαφέρουσες φάτσες) και η μπαργούμαν που κάθεται σε ένα σκαμπό και γρατσουνάει μια ακούστικη κιθάρα.

"Παίζεις κι εσύ απόψε;"
"Μπα, δεν είμαι τόσο καλή. Τι θα πιείτε κύριοι;"

Γρήγορο meeting στα όρθια, καθόμαστε ή φεύγουμε; Νιώθεις κάπως άσχημα που κουβάλησες τους άλλους δύο μέχρι εδώ και το μαγαζί είναι άδειο, δεν τους ξέρεις και καλά, σε βγάζουν από τη δύσκολη θέση, "ε αφού κάναμε τόσο δρόμο ας πιούμε ένα ποτό". Τα ηχεία όσο περιμένετε παίζουν παλιούς Stones, Otis Redding, Johnny Cash και Clash, καλός οιωνός.

Απόψε εμφανίζονται οι Mercenaries, η καλύτερη λέει R&B μπάντα διασκευών του Τορόντο. Μέχρι τις δέκα που ανεβαίνουν στη σκηνή το μαγαζί είναι ακόμα άδειο, καμία τριανταριά άτομα σύνολο, οι Mercenaries όμως ξεκινάνε φουριόζοι λες και παίζουν για τη ζωή τους. Το ρεπερτόριο είναι κλασικό, Solomon Burke, Junior Walker, Isley Brothers, o τραγουδιστής/μπασίστας frontman όμως (Ian Goodtimes λέγεται, έχω μια υποψία ότι δεν είναι το αληθινό του όνομα) είναι πολύ μεγάλη μορφή, καλαμπουρίζει ανάμεσα στα τραγούδια σαν stand-up comedian και ξεσηκώνει τον κόσμο να χορέψει.

Τον κόσμο; Ναι. Οι κάτοικοι του Τορόντο (ή τουλάχιστον μια μερίδα τους) είναι νυχτοπούλια, παρόλο που αύριο είναι εργάσιμη το μαγαζί σιγά-σιγά έχει γεμίσει. Η πλειοψηφία του κοινού μάλιστα είναι γυναίκες και ξεσαλώνουν στο χορό προς το τέλος του πρώτου σετ της μπάντας.



Στο δεύτερο σετ τα πράγματα αγριεύουν: Το αλκοόλ ρέει άφθονο, η μπάντα φυσάει, τα κορίτσια χορεύουν, ο Goodtimes χαβαλεδιάζει ασταμάτητα. Ένας τύπος ντυμένος σαν τον Jerry Lee Lewis μπαίνει στο Dakota, ανεβαίνει στη σκηνή ενώ η μπάντα παίζει, βγάζει ένα σαξόφωνο από τη θήκη του και αρχίζει ένα φοβερό σόλο. Στη συνέχεια παίρνει και το μικρόφωνο του Goodtimes για να τραγουδήσει ένα εκρηκτικό "Great Balls Of Fire". Χαμός.

"Ποιος ξέρει να παίζει μπάσο; θέλω βοήθεια" ανακοινώνει ο Goodtimes. 2-3 άτομα σηκώνουν το χέρι, επιλέγει ένα ντροπαλό πιτσιρικά που κάθεται στο μπαρ. "Get on the stage, randomly selected human!" O Goodtimes δίνει το (αρχαίο Gibson!) μπάσο του στο νεανία με την οδηγία "το επόμενο είναι σε Φα, θα είσαι ΟΚ;" πριν πάρει το μικρόφωνο και μια πόζα κομφερασιέ: "Η αιώνια ερώτηση θα απαντηθεί απόψε κυρίες και κύριοι", ανακοινώνει με στόμφο ο Goodtimes. "Κιθάρα ή σαξόφωνο; Ποιο σόλο είναι πιο κάβλα; Εσείς ψηφίζετε". Η μπάντα ξεκινάει ένα φοβερό JB's jam με τον κιθαρίστα και τον σαξοφωνίστα να κοντράρονται στα σολίδια για ένα δεκάλεπτο περίπου, πριν να ανακηρυχθεί ως νικητής (φυσικά) ο τυχαίος μπασίστας.

Στο τρίτο σετ, περασμένα μεσάνυχτα, οι Mercenaries ροκάρουν ακόμα σκληρότερα. Ανάμεσα στα 60's R&B hits πετάνε μια εντελώς Hendrixized διασκευή στο "Going Down" του Freddie King, παίζουν τζούρες από "Whole Lotta Love", όλο το μαγαζί είναι στο πόδι. Στο τέλος της βραδιάς οι τοίχοι στάζουν ιδρώτα, τα κορίτσια αγκαλιάζονται, όλοι χαμογελάνε, η μπαργούμαν ρωτάει αν σου άρεσε, η παρέα σου είναι κατενθουσιασμένη (και ντίρλα), κι εσύ γυρίζεις στο ξενοδοχείο να ετοιμαστείς για τη δεκατετράωρη πτήση νιώθωντας είκοσι χρόνια νεώτερος.



Saturday, 6 June 2015

Short Attention Span Record Reviews, June 2015


THE LOUDER STUFF

CHERIE CURRIE – Reverie

The 15-year old girl who sang “Cherry Bomb” is now a 54-year old woman so of course she’s mellowed down a bit. Kim Fowley’s final songwriting credits are found here and former Runaways partner-in-crime Lita Ford guests, among others. (7)

GOATSNAKE – Black Age Blues

Hallelujah praise the (Southern) Lord! Light years ahead of anything released within the “stoner/doom” genre since “Down II” and even adding a gospel-like female choir to St. Vitus riffs, “Black Age Blues” has officially blown my mind. (9)

HIGH ON FIRE – Luminiferous

Relentlessly punishing and heavy as fuck but with weird melodies creeping in between the cracks, just like every HOF album “Luminiferous” is totally awesome – sort of like the Melvins growing up on Motorhead and Dio instead of on Black Flag and Kiss. (8)

JELLO BIAFRA – Walk On Jindal's Splinters

Live album of Biafra with a band of Southern musicians (including Pepper Keenan on guitar) covering New Orleans soul, funk and garage classics like “House Of The Rising Sun”, “Land Of 1,000 Dances” and “Walk On Guilded Splinters”. The originals are more fun, the brass section and the pianist just don’t cut it, and if this is somehow meant as ironic it’s not working. (5)

LEPROUS – The Congregation

It’s basically a heavier but blatant Dredg rip-off, and being a blatant Dredg fanboy that’s OK with me. (7)

LUCIFER – I

Just as paint-by-numbers as their name suggests and substituting the Oath’s catsuits with magick outfits purchased at Occult-R-Us. (5)

MUSE – Drones

If you can look past the megalomaniacal concept and the clumsy “sociopolitical” lyrics, this is actually a pretty good arena rock record that benefits greatly from “Mutt” Lange’s perfectly polished production. Queen they’ll never be, but nobody else comes closer today. (7)

PARADISE LOST – The Plague Within

This opinion won’t make me particularly popular among a certain type of reader of this blog but I totally don’t buy this “return to form” shit: Ever since “Host” and “Believe In Nothing” ruined everything, Paradise Lost have been nothing but a populist approximation of their former selves. (6)

TITUS ANDRONICUS – The Most Lamentable Tragedy
 

A 29-track double-album punk rock opera, as ambitious as “Quadrophenia” and sort of sounding like Fucked Up meets The Clash meets The E-Street Band. Folks, this rules. (9)


THE OTHER STUFF

ALGIERS – Algiers

Gospel-influenced and southern gothic-tinged indie rock band sounds refreshingly different, albeit not quite offering a religious experience. (7)

BHI BHIMAN – Rhythm And Reason

An entertaining and spiritual mix of soul, rock and reggae from Sri Lanka’s answer to Ben Harper. (7)

JASON ISBELL – Something More Than Free

Isbell is a top-notch country rock songwriter and storyteller and all his albums are growers – you listen to them at first thinking “this is a solid (7)” but then you find yourself regularly seeking refuge in them years down the road. I’m pretty sure this one won’t be an exception so let’s admit that it’s really an (8+).

VARIOUS ARTISTS – Remembering Mountains: Unheard Songs By Karen Dalton

Sharon Van Etten and a bunch of other female folkies (most of which sound by varying degrees like Sharon Van Etten) take lyrics by deceased female folkie and put them to music. (7)

VARIOUS ARTISTS – Truckers, Kickers, Cowboy Angels: The Blissed-Out Birth Of Country Rock, Vol. 3

Third and possibly the strongest instalment so far in this fantastic series documenting the birth and rise of country rock. Allman Bros, Flying Burrito Bros, Delaney & Bonnie, The Band, Townes Van Zandt, David Allan Coe, Moby Grape, Poco, Linda Ronstadt, Kris Kristofferson, even Jefferson Airplane and Janis Joplin. (10)

WHITEY MORGAN AND THE 78’s – Sonic Ranch

This is pure country steeped in the outlaw tradition and played with a rock ‘n’ roll intensity. Awesome cover of Townes Van Zandt’s ”Waitin’ Round To Die”. (8)