Είναι δύσκολα τα πρωινά. Με όλη αυτή την κατάσταση ο κόσμος έχει χάσει τον ύπνο του, ξυπνάνε όλοι στις 5 τα χαράματα από την αγωνία αν θα τα βγάλουν πέρα, αν θα μπορούν να πληρώσουν το νοίκι ή το στεγαστικό τον άλλο μήνα, και άμα σηκωθείς δεν ξανακοιμάσαι. Στις 7:30 το πρωί που ξεκινάω για τη δουλειά οι διαβάτες στο δρόμο είναι σκυθρωποί, κανείς δεν λέει καλημέρα στον άλλον όπως παλιά. Οι οδηγοί, ακόμα και αυτοί με τα θηριώδη 4Χ4, μοιάζουν στην έκφραση με οδηγούς νεκροφόρας. Ομαδική κατάθλιψη.
Εκείνο το πρωί είχα κι εγώ τις μαύρες μου. Ευχαριστιόμουν όμως τη μαυρίλα μου ακούγοντας μέσα στο αυτοκίνητο μια παλιά promo συλλογή, Sub Pop της post-Nirvana περιόδου: Afghan Whigs "True Love Travels on a Gravel Road", Mark Lanegan "Mockingbird", το οδηγικό soundtrack που είχα επιλέξει για την ημέρα ταίριαζε και με τη συννεφιά, και με το ψοφόκρυο, και με τις ακάλυπτες επιταγές των πελατών. Πιο μαυρίλα από Lanegan, κόβεις φλέβες. Και τότε, περιμένοντας το φανάρι στο ύψος του Νομισματοκοπείου να γίνει πράσινο, έριξα μια ματιά στον καθρέφτη του αυτοκινήτου.
Ακριβώς πίσω μου ήταν ένα ελαφρώς ταλαιπωρημένο μαύρο Ford Fiesta. Το οδηγούσε μια κοπελίτσα, γύρω στα 25 ή κάτι παραπάνω, βαμμένη διακριτικά, ντυμένη στην corporate τρίχα. Όχι ακριβά ρούχα, για Zara τα έκοψα. Αν έπρεπε να στοιχηματίσω για το τι δουλειά κάνει, θα έβαζα τα λεφτά μου στο "Assistant Brand Manager σε εταιρεία καταναλωτικών προϊόντων ταχείας κυκλοφορίας" ή στο "Junior Account Executive σε διαφημιστική". Μάλλον στο Assistant Brand Manager όμως, οι διαφημιστικές δεν ανοίγουν τόσο νωρίς το πρωί.
Γιατί θυμάμαι τόσες λεπτομέρειες; Μα επειδή σε μια Μεσογείων που έμοιαζε με ποτάμι από λαμαρίνες γεμιστές με κατσούφηδες, το κορίτσι μέσα στο Fiesta ήταν ο μοναδικός άνθρωπος που χαμογελούσε. Και όχι μόνο χαμογελούσε: Κουνούσε επίσης ρυθμικά το κεφάλι της, φαινόταν σε κάποιες φάσεις να τραγουδάει (όχι συνέχεια όμως, φαίνεται ότι δεν ήξερε όλους τους στίχους) και έπαιζε air drums χτυπώντας με τα χέρια της το τιμόνι. Βρήκα το θέαμα συναρπαστικό, δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από τον καθρέφτη, μέχρι που το πράσινο φανάρι με ανάγκασε να γυρίσω μπροστά και να ξεκινήσω.
Μέχρι το επόμενο κόκκινο φανάρι έριχνα κλεφτές ματιές στον καθρέφτη όποτε μπορούσα και όταν σταματήσαμε ξανακοίταξα. Το Fiesta ήταν ακόμα ακριβώς πίσω μου και η κοπέλα, που δεν είχε σταματήσει στιγμή να χορεύει, σταματημένη τώρα στο κόκκινο τραγουδούσε με μισόκλειστα μάτια. Άρχισα να αναρωτιέμαι τι άκουγε εκείνη τη στιγμή. Ένας Θεός ξέρει, με την corporate στολή δεν τους ξεχωρίζεις, το στερεοφωνικό του αυτοκινήτου της θα μπορούσε να παίζει από Βανδή μέχρι Lana Del Rey και δεν διαβάζω χείλη τόσο καλά ώστε να μπορώ να καταλάβω τι τραγουδούσε κοιτάζοντας από καθρέφτη και μέσα από δύο παρμπρίζ. Είχα όμως μια φαντασίωση, ότι ακούει Beatles. Ή κάτι σαν Beatles αλλά μεταγενέστερο, στο σενάριο του μυαλού μου την έβαλα πρώτα να ακούει Smithereens, το "She's Got a Way" ίσως, μετά όμως συνειδητοποίησα ότι είναι πολύ μικρή για να θυμάται τους Smithereens και άρχισα να καλλιεργώ τη φρούδα ελπίδα ότι ακούει κάποιο πρόσφατο τέλειο power pop κομμάτι, σαν αυτά που περιλαμβάνονται στο "The Double Cross" των Sloan. Ναι, αυτό είναι, ακούει Sloan. Ελπίζω.
Προχωρούσαμε έτσι μέχρι το τέλος της Μεσογείων, ή μάλλον την αρχή της: Αυτή να χαμογελά και να τραγουδά, εγώ να κλέβω ματιές και να χαίρομαι που ένας τουλάχιστον άνθρωπος σε αυτή την πόλη περνάει καλά. Το κορίτσι με το Fiesta συνέχισε ευθεία για Βασιλίσσης Σοφίας, εγώ έστριψα αριστερά για Μιχαλακοπούλου. Στις 7:50 που πάρκαρα κάτω από το γραφείο, χαμογελούσα κι εγώ.
No comments:
Post a Comment